πάτον

πάτον
πάτος
trodden
masc acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • πάτος — (I) ὁ, ΝΜΑ, και πάτος, τὸ, Μ η ενέργεια τού πατῶ, το πάτημα νεοελλ. 1. το κατώτατο, το πιο χαμηλό μέρος ενός πράγματος, η βάση 2. στον πληθ. οι πάτοι α) οι σόλες, τα καττύματα τών παπουτσιών β) τα εσωτερικά υποστρώματα τών παπουτσιών 3. μτφ. το… …   Dictionary of Greek

  • άρμα μάχης — Όχημα, ερπυστριοφόρο και θωρακισμένο, οπλισμένο βασικά με πυροβόλο και πολυβόλα. Τα ά.μ. χαρακτηρίζονται από την ικανότητά τους να κινούνται σχεδόν σε οποιοδήποτε έδαφος από την προστασία του θώρακα και την ισχύ πυρός. Διακρίνονται σε ελαφρά (για …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • ALEIUS Campus — locus Lyciae, in quem cecidit Bellerophontes, cum a Pegaso ab oestro agitato excuteretur: Sic dictus, quod in eo caecus errâsset Bellerophon, donec periret. Dionysius Perieg. v. 872. Κεῖθι δὲ τὸ πεδίον τὸ Α᾿λη̈́ιον, τȏυ κατὰ νῶτα Α᾿νθρώπων… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • MARMOR — I. MARMOR apud Taprobanitas in pretio, ut et testudines, haud secus ac apud Romanos, inter instrumenta nitidioris et elegantioris vitae. Et quidem apud hos L. Crassus Orator primus peregrini marmoris columnas habuit, in Palatio, Hymettias tamen… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ORTHOMARMAROSIS — Graece Ο᾿ρθομαρμάρωσις, dicbatur parietes marmore operiendi artificium: Cum enim variis rebus solerent Veteres domorum parictes ornare, aut picturis condecorabant, et coloribus udô tectoriô inductis; aut deaurabant; aut marmore operiebant, quod… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • PASSER — I. PASSER Graece ςτρουθὸς, de gallina quoque nonnumquam usurpatur; uti Hebraei nomine tsippor, tum in specie passerem, tum in genere avem, notant. Nicander in Alexipharmacis, v. 16. Η᾿έτι μυελόεντα χαλικρότερον ποτὸν ἴσχοις Ο῎ρνιθος ςτρουθοῖο… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • φαντασία — Με την πλατιά έννοια, μπορεί να ονομαστεί η παραγωγή εικόνων, συνειδητών δηλαδή νοητικών παραστάσεων, που έχουν κάποιον βαθμό ομοιότητας με αντικείμενα του εξωτερικού κόσμου ή κάποια αναφορά σε αυτά. Ο βαθμός συνάφειας του υποκειμενικού ψυχικού… …   Dictionary of Greek

  • Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία — Κράτος της νοτίου Αφρικής. Συνορεύει Α με τη Μοζαμβίκη και τη Σουαζιλάνδη, Β με τη Ναμίμπια, τη Μποτσουάνα και τη Ζιμπάμπουε, Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό, Ν και Α από τον Ινδικό ωκεανό.Εντός των συνόρων της Ν. Δ. και στο νοτιοανατολικό… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”